Όλοι υμνούν την ομορφιά
τα θέλγητρα, τα κάλλη
που δίνουνε στον άνθρωπο
χάρη πολύ μεγάλη.
Αυτοί όμως που χάλασαν
το φυσικό το κάλλος
είν΄ οι μεγάλοι μόδιστροι,
δεν είναι κάποιος άλλος.
Όλοι σχεδόν γυναικωτοί
μισούνε τη γυναίκα
την κάνουνε καρνάβαλο
κοκκάλω μα και στέκα.
Ξεγοφιαστά βαδίζουνε
πάνω στη πασαρέλα
στο βάψιμο σαν δράκουλες
μοιάζουνε τα μοντέλα.
Προσέχουν μην παχύνουνε
έχουνε τη φοβία
φέξανε τα παΐδια τους
σαν ακτινογραφία.
Άνοστες και νερόβραστες
είναι κολοκυθιές
στα μάτια μαύρο κάρβουνο
σαν να ‘φαγαν γροθιές.
Κι αφού τη μόδα ακολουθεί
κάθε κατιναριώ
βλέπουμε τα παράξενα
και στη κουτσή Μαριώ.
Όλες μπικίνι φόρεσαν
με στριγκ και με κορδόνια
τα θωρηκτά πλεούμενα
τα φουσκωτά μπαλόνια.
Και παριστάνουνε τις Σταρ
εκείνες απ’ τις κάννες
όλες οι κοκορόμυαλες
όλες οι στραβοκάνες.
Και κατεβαίνουνε στις πλαζ
χωρίς ντροπή ουδόλως
αυτές φοράνε τα γυμνά
κινούνται ασυστόλως.
Με τα ποδάρια τα κοντά
το κρεμασμένο στήθος
που έτσι και το μέτραγες
δυο μέτρα έχει μήκος.
Μα δεν προσέχουνε ποτέ
να δούνε στον καθρέφτη
μαγιό σαν αγοράζουνε
εάν καλά τους πέφτει;
Μία η απορία μου
που δεν μπορώ να λύσω
ποτέ τους δεν γυαλίζονται
λιγάκι από πίσω!!!
Να δούνε θέαμα φριχτό
κοιλιές, πατσές και λίπος
ίσως και να συνετιστούν,
λογικευτούνε μήπως;
Φαίνεται πως το σώμα μας
όσο πολύ παχαίνει
ο έρμος νους και το μυαλό
συνέχεια μικραίνει.
Με ένα τάγκα για μαγιό
και τρίχες ξυρισμένες
γεμάτες κυτταρίτιδα
οι θεοσκοτωμένες.
Εγώ πάντοτε εύχομαι
διά τον εαυτόν μου
καλλίτερα τα κάλλη μου
να τα ‘χω στο μυαλό μου.
Άσχημες ή αδύνατες
εκείνες οι κοκκάλες
άσχημες και απαίσιες
κι εκείνες οι βουβάλες.
Αμάν να πιάσουν οι βροχές
να βάλουνε τις γούνες
να κρύψουνε τα κάλλη τους
κοκκάλες και γουρούνες.