Γράφει η Λαογράφος Ντίνα Μήτσου - Παπαλάμπρου
« Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα, ήσυχα και απλά»
Έτσι ονειρεύτηκε την καθημερινότητα μας ο Γιάννης Ρίτσος. Αλλά ούτε μάθαμε ούτε θα μάθουμε « να καταλαβαινόμαστε τώρα».
Γιατί αν καταλαβαινόμασταν θα ξέραμε « τι θέλει να πει ο ποιητής».
Τα σημεία των καιρών θέλουν σε κάθε περίπτωση να αμαυρώνουν μορφές ηρωικές που έδωσαν τα πάντα για την Ελλάδα και δεν εισέπραξαν τίποτα.
Αυτές τις μέρες είναι οι εκδηλώσεις για το Πολυτεχνείο.
Ειπώθηκαν πολλά άλλα αληθινά και άλλα διαστρεβλωμένα.
Έτσι και εγώ νοερά θα κάνω ένα περίπατο σε δρόμους ιστορικούς και θα ακούσω το κάλεσμα του Μακρυγιάννη για μια σύναξη ηρώων στο κέντρο της Αθήνας με προορισμό τον Παρθενώνα για ιερό προσκύνημα.
Σ’ αυτό το κάλεσμα ανταποκρίθηκαν όλοι.
Σε λευκά άλογα πρώτοι φτάνουν οι νέοι, ωραίοι καβαλάρηδες από τη ζωφόρο του Παρθενώνα.
Συνεχίζουν οι οπλίτες της βορειοανατολικής Αττικής και Βοιωτίας.
« Γεννηθήκαμε, γίναμε άντρες στη Βοιωτία ωστόσο τελευταίας μας κατοικία μας έδωσε ο κάμπος του Μαραθώνα, εκεί όπου οι Αθηναίοι νίκησαν τους Πέρσες με μόνη βοήθεια το στρατό της μικρής πόλης. Και ήμασταν τόσο νέοι, το άνθος των Πλαταιών.»
Σε λίγο παίρνουν το λόγο οι Αθηναίοι και άλλες πόλεις.
«Δέκα χρόνια μετά τον Μαραθώνα, όταν η μέρα σκέπασε με φως τον κόσμο αρχίσαμε να χτυπάμε τα κουπιά μες στο θαλάσσιο στενό της Σαλαμίνας. Ο παιάνας αντηχούσε στους βράχους του νησιού ελευθερώστε την πατρίδα και έτσι νικήσαμε».
Κατόπιν συναντιούνται με το στρατηγό Μακρυγιάννη που τους περίμενε με τα παλικάρια και τις κόρες της μεγάλης επανάστασης.
Όλοι ακολουθούν σιωπηλοί τη λεωφόρο που αρχίζει από την πύλη του Αδριανού.
Πιο κάτω σταματούν με ευγνωμοσύνη.
Εδώ υψώνεται γλυπτική παράσταση από λευκό μάρμαρο «Η Ελλάς του Βύρωνα».
Μέσα στη νύχτα η περπατησιά της νιότης συνεχίζεται μέχρι το μνημείου του Αγνώστου στρατιώτη.
Ευλαβική σιγή.
Διαβάζουν επιγραφές με ιστορικές ονομασίες τόπων γύρω από την ανάγλυφη μορφή.
Κωνσταντινούπολη, Μεσολόγγι, Κρήτη, Σμύρνη, Πίνδος, Κύπρος.
Για τη συνέχεια δίνει το σύνθημα ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης με τα δεκαοχτώ του χρόνια.
Μαζί του οι ψυχές του από τα φυλακισμένα μνήματα της Λευκωσίας.
Στην οδό Πανεπιστημίου θαυμαστά συμβαίνουν. Τους περιμένει για το προσκύνημα ο πρώτος, ανώτερος αξιωματικός που χτυπήθηκε θανάσιμα στο ελληνοαλβανικό μέτωπο ο Κωνσταντίνος Δαβάκης!
Τέλος στα προπύλαια του πανεπιστημίου συναντάνε το Ρήγα τον Βελεστινλή κρατώντας του Θούριό του.
Και έτσι ενωμένοι φτάνουν στην Ακρόπολη. Ο Μακρυγιάννης με δάκρυα στα μάτια φώναξε «Είδαμε την φωτογραφία του πρύτανη… Κατακαημένη Ελλάδα που είναι οι αξίες σου;»