ΟΟΣΑ: Ξεζουμίζει τα νοικοκυριά η έμμεση φορολόγηση – Πρωταθλητές στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης

 

Οι έμμεσοι φόροι γεμίζουν τα κρατικά ταμεία και αδειάζουν τον προϋπολογισμό των νοικοκυριών. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης αποτελεί το 21,4% των φορολογικων εσόδων, έναντι 10,8% στον ΟΟΣΑ.

Μπορεί ο πρωθυπουργός να υπόσχεται φοροελαφρύνσεις για τη μεσαία τάξη, εν τω μεταξύ όμως η φορολογία εξακολουθεί να βαραίνει δυσανάλογα τους μισθωτούς, όπως αποδεικνύει και η νέα έρευνα του ΟΟΣΑ για τη φορολόγηση.

Μολονότι ο μέσος μισθός στην Ελλάδα είναι ο τρίτος χαμηλότερος στην ΕΕ, οι Έλληνες πληρώνουν  συνολικά περισσότερους φόρους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, από ό,τι για παράδειγμα οι Γερμανοί – που έχουν τριπλάσιο μέσο μισθό (51.000 έναντι 17.000 ευρώ).

Με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2023, οι εισπράξεις φόρων στην Ελλάδα αντιστοιχούν στο 39,8% του ΑΕΠ (έναντι 41,2% το 2022) – το 10ο υψηλότερο ποσοστό ανάμεσα σε 36 χώρες.

Στην αμέσως υψηλότερη θέση από την Ελλάδα βρίσκεται το Λουξεμβούργο, με μέσο μισθό πάνω από 81.000 ευρώ και συνεισφορά της φορολογίας στο 40,9% του ΑΕΠ.  Παρά τη μείωση στο ποσοστό της φορολόγησης ως προς το ΑΕΠ που σημειώθηκε την τελευταία διετία,  η Ελλάδα απέχει σημαντικά από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, που ανέρχεται στο 33,9%.

Τρίτη μεγαλύτερη αύξηση φόρων προς ΑΕΠ  από το 2010

Η Ελλάδα έχει αυξήσει κατά 7,5 ποσοστιαίες μονάδες τα έσοδα από φορολογία σε σύγκριση με το 2010. Πρόκειται για το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στις χώρες του ΟΟΣΑ, μετά την Ιαπωνία (8,2%) και την Σλοβακία (7,5%).

Ένα άλλο ενδεικτικό στοιχείο της άνισης κατανομής των βαρών εις βάρος των μισθωτών, είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ εννέα κρατών, όπου οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης από τους εργαζόμενους ξεπερνάνε τις αντίστοιχες εισφορές των εργοδοτών.

Στην Ελλάδα το ποσοστό συνεισφοράς των ασφαλιστικών εισφορών στα έσοδα από φορολογία ανέρχεται στο 29,6%, έναντι 24,8% στον ΟΟΣΑ. Την επόμενη χρονιά αναμένεται να έχει σημειωθεί μερική σύγκλιση, μετά τη μείωση του συντελεστή  ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Βεβαίως η μείωση των εισφορών μπορεί «ονομαστικά» να λειτουργεί υπέρ του μισθού, όμως μακροπρόθεσμα λειτουργεί εις βάρος των ασφαλιστικών ταμείων και των συντάξεων.

Διπλάσιος από τον ΟΟΣΑ ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης

Το μείγμα φορολογικής πολιτικής στην Ελλάδα εξακολουθεί να βασίζεται υπέρμετρα στην έμμεση φορολόγηση, σε αγαθά και υπηρεσίες, από την οποία προέρχονται το 40,1% των φορολογικών εσόδων.  Πρόκειται για το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στον ΟΟΣΑ, μετά τη Λετονία (42%) και την Ουγγαρία (45,7%). Μολονότι η συνεισοφρά της έμμεσης φορολογίας στα συνολικά έσοδα μειώθηκε σε σχέση με το 2022 (43,3%),  η Ελλάδα απέχει σημαντικά από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (31,5% το 2022).

Αν και σε ό,τι αφορά τα έμμεσα φορολογικά βάρη τα βέλη της κριτικής  συγκεντρώνει κυρίως ο ΦΠΑ, αυτό που ξεχωρίζει είναι η τεράστια δυσαναλογία στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης.

Συγκεκριμένα, τα έσοδα από ΕΦΚ αντιστοιχούσαν πέρυσι στο 21,4% των συνολικών εσόδων στην Ελλάδα, έναντι 10,8% στον ΟΟΣΑ.  Στον αντίποδα, η συνεισφορά του ΦΠΑ στα φορολογικά έσοδα είναι 21,9%, σχετικά κοντά στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (20,8%).

Μία από τις πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις υπέρμετρης έμμεσης φορολόγησης είναι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στη βενζίνη, ο οποίος είναι ο τρίτος υψηλότερος στην Ευρωπαϊκή Ένωση – με μικρή διαφορά από την Ολλανδία και την Ιταλία, όπως διαπιστώνει ανάλυση του Τax Foundation.

Τη δυσαναλογία αυτή έχει εντοπίσει και η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σε κανονιστική παρέμβαση για τα καύσιμα, τονίζοντας ότι ακόμα και αν όλα λειτουργούσαν εύρυθμα στην αγορά, οι Έλληνες θα πλήρωναν από τα ακριβότερα καύσιμα στην Ευρώπη, εξαιτίας της βαρύτατης φορολογικής επιβάρυνσης.

Κάθε λίτρο αμόλυβδης βενζίνης στην Ελλάδα επιβαρύνεται σήμερα με φόρο κατανάλωσης 0,70 ευρώ, έναντι 0,54 ευρώ που είναι ο μέσος όρος.

Ο ελληνικός Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης είναι 28% υψηλότερος από τον μέσο όρο στην Ευρώπη και περίπου 95% μεγαλύτερος από το ελάχιστον όριο που επιτρέπει η Ε.Ε.

Τα χαμηλότερα έσοδα από τα νομικά πρόσωπα

Στην Ελλάδα η φορολογία από τα νομικά πρόσωπα –επιχειρήσεις, αντιστοιχεί μόλις στο 6% των συνολικών φορολογικών εσόδων, έναντι 12% του μέσου όρου του ΟΟΣΑ. Αντίστοιχα, σημαντικά χαμηλότερη από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ είναι η συνεισφορά της φορολογίας φυσικών προσώπων στα φορολογικά έσοδα. Στην Ελλάδα ανέρχεται στο 13,6%, έναντι 23,6 στο μέσο όρο των 36 χωρών του Οργανισμού.

Ενδεικτική της εξάρτησης από την έμμεση φορολογία είναι και η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για το 2025:

  • Τα έσοδα από φόρους επί αγαθών και υπηρεσιών προβλέπεται να ανέλθουν στο ποσό των 38,019 δισ.  ευρώ, αυξημένα κατά 1,609 εκατ. ευρώ ή 4,4% έναντι του 2024.
  • Τα έσοδα από ΦΠΑ αναμένεται να ανέλθουν στο ποσό των 26,673 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,332 δισ. ευρώ έναντι του 2024 και
  • Οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης προβλέπονται στο ποσό των 7,276 εκατ. ευρώ και είναι αυξημένοι κατά 47 εκατ. ευρώ έναντι του 2024.