Ο Δημητρός έμαθε την τέχνη απ’ τον πατέρα του που ήτανε κτηνοτρόφος και πόναγε και φρόντιζε με περίσσια αγάπη όλα τα ζωντανά του. Σαν μεγάλωσε κι αυτός και πήγε στο Στρατό, πήρε από κει το δίπλωμα του πεταλωτή. Όταν γύρισε ξανά στον τόπο του, την όμορφη Ρούμελη, ασχολήθηκε μ’ αυτό που αγαπούσε πιότερο στη ζωή του, τα ζωντανά. Πετάλωνε βόδια, γαϊδούρια κι άλογα... Έβαζε στα ζώα, σα να λέμε, τα παπούτσια τους. Τα εργαλεία του, το σφυρί, την τανάλια, το σατράτσι, τα καρφιά και τα πέταλα, τα πρόσεχε σαν τα μάτια του. Στην αρχή ακινητοποιούσε το πόδι του ζώου κι έβγαζε το παλιό φθαρμένο πέταλο. Μετά με το σατράτσι, ένα μαχαίρι σε σχήμα μικρού τσεκουριού, έκοβε προσεκτικά την οπλή του ζώου από κάτω, για να μπορέσει να την ισιώσει.